Η Βυζαντινή Μουσική αποτελεί βασικό παράγοντα στις εκδηλώσεις της Ορθόδοξης Χριστιανικής λατρείας. Επίσης, είναι γνωστό ότι γενικά η μουσική επηρεάζει άμεσα την ψυχική κατάσταση του ανθρώπου. Καθώς η Βυζαντινή Μουσική είναι φωνητική, και συμβάλλοντας επίσης και ο κατανυκτικός τρόπος της εκτέλεσής της, το ύφος και η απλότητα των μουσικών εκτελέσεων, διαπιστώνει κανείς ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες δεν οδηγούν ιδιαίτερα σε τέρψη, συγκίνηση ή αισθητική απόλαυση, αλλά, κατά βάση, σε μία κατάσταση ιδιαίτερης ηρεμίας της ψυχής, ώστε να προσέξει ο άνθρωπος άμεσα στα λόγια των κειμένων και ήρεμα να προσευχηθεί με κατάνυξη. Με την πάροδο των αιώνων επιβεβαιώνεται ότι παραμένει άρρηκτος ο «δεσμός» των λέξεων και εκφράσεων των ιερών κειμένων, ερμηνευμένων σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες της Βυζαντινής μουσικής. Χαρακτηριστικό, επίσης, της Βυζαντινής Μουσικής ότι είναι μονοφωνική και δεν αρκείται στην μονοτονία μίας κλίμακας, καθώς η χρήση μίας μονοφωνικής κλίμακας - άσχετα εάν είναι και πολυτονική -, εντούτοις δεν έχει την «ελαστικότητα» ώστε να ερμηνεύσει την ποικιλία των μηνυμάτων των ιερών κειμένων και προσευχών. Η Βυζαντινή Μουσική, λοιπόν, με την χρήση και συνεργασία των κλιμάκων των τριών Γενών της, καθώς και με τις τονικές αλλοιώσεις τους, μπορεί να μετασχηματίζεται ανάλογα, και με τον απαλό ήχο της φωνής, άριστα κατορθώνει τόσους αιώνες, ακούραστα, να οδηγεί το πνεύμα του ανθρώπου σε μία κατάσταση άμεσης επαφής και εναρμόνισης του πνεύματός του με τις έννοιες των ύμνων και προσευχών.
Η Βυζαντινή Μουσική στους οκτώ ήχους της, όπως είναι γνωστό, συμπεριλαμβάνει τα τρία Γένη (Διατονικό, Χρωματικό και Εναρμόνιο), των οποίων οι κλίμακες ποικίλουν μεταξύ τους, καθώς και τα διάτονα διαστήματα σε κάθε κλίμακα δεν είναι ίσα. Εκτός αυτού, υπάρχουν και οι αλλοιώσεις των διαστημάτων των κλιμάκων, ανάλογα με τον Ήχο, ή και κατά την εκτέλεση κάποιου μαθήματος, σύμφωνα με το ψαλλόμενο κείμενο και την θεωρία. Επίσης δε το εντυπωσιακό είναι ότι ένα μουσικό μάθημα, το οποίο είναι τονισμένο κατά βάση σε μία συγκεκριμένη κλίμακα, στην πορεία της εκτέλεσης δύναται να υφίστανται και εμβόλιμες παρουσίες άλλων κλιμάκων, βέβαια, σύμφωνα με τις έννοιες του ψαλλόμενου κειμένου. Το γεγονός αυτό δηλώνει την εντυπωσιακή ικανότητα της Βυζαντινής Μουσικής, ώστε με την ευελιξία - πολυμορφία της να εναρμονίζει τους τόνους και τους χρόνους εκτέλεσής της σύμφωνα με τις έννοιες των ιερών κειμένων.
Μεγάλη προσοχή θα πρέπει να δίνεται ώστε ο ψάλτης, με την «τέχνη» της εκτέλεσης της Βυζαντινής Μουσικής, να βοηθήσει τον πιστό – προσευχόμενο να εστιαστεί στις έννοιες των ψαλλόμενων κειμένων, να έλθει σε κατάνυξη και να ωφεληθεί πνευματικά. Πράγμα διόλου εύκολο, τό οποίο απαιτεί, πρωτίστως καλή πνευματική κατάσταση, με τις απαραίτητες γνόσεις - κατάρτηση, αλλά και της χρόνιας εμπειρίας στο αναλόγιο. Γι’ αυτό άλλωστε η Βυζαντινή Μουσική αποκαλείται από την Μουσική Επιτροπή του 1881 και ως «ιερόν μέλος» ή «ιερά μουσική».(*) Βέβαια, επειδή η Βυζαντινή Μουσική συνάδει και με την καλλιτεχνία, εύκολα ένας καλλίφωνος ιεροψάλτης μπορεί να μετατρέψει την κατανυκτικότητα της Βυζαντινής Μουσικής σε προσωπική προβολή και θέαμα, μάλιστα δε ευχάριστο και ενδιαφέρον, χάνοντας όμως η ψαλμωδία την θεολογική της υπόσταση, ιερότητα και αποστολή. Σε αυτήν την περίπτωση εύκολα εισάγονται και άλλοι ρυθμοί εκτέλεσης, καθώς επίσης και περισσότερο αναλελυμένες τονικές εκτελέσεις, κάποιες κορώνες και λαρυγγισμοί. Γεγονός το οποίο αλλοιώνει το απλό και κατανυκτικό ύφος της Βυζαντινής Μουσικής, το οποίο οι κλασικοί μουσικοδιδάσκαλοι τηρούσαν ως απαράβατο κανόνα, από όσο μάλιστα μαρτυρούν τα μουσικά κείμενα και εκτελέσεις, από αυτές που σώζονται μέχρι και σήμερα.
Είναι γνωστό, ότι για την διδασκαλία της μουσικής και γενικά σε κάθε μουσική δραστηριότητα υπάρχει πάντοτε παρόν και το κατάλληλο μουσικό όργανο, όπως π.χ. το πιάνο, στη Δυτικοευρωπαϊκή Μουσική, το οποίο αναπαράγει και εκτελεί πιστά τα τονιαία διαστήματα, με τις αντίστοιχες συχνότητες των νοτών. Όσον αφορά την Βυζαντινή Μουσική, παρότι αυτή χρησιμοποιεί περισσότερες κλίμακες της μίας, όπως, την Διατονική, τις Χρωματικές, τις Εναρμόνιες, καθώς και τις Χρόες, (ειδικές βοηθητικές κλίμακες), όμως στερείται τοιούτου μουσικού οργάνου.
Αναφέρει χαρακτηριστικά η Μουσική Επιτροπή του Οικουμενικού Πατριαρχείου το (1881), ότι «ἡ ἐκκλησιαστική μουσική διετηρήθη μέχρι τοῦ νῦν (1881) κυρίως διά μόνης τῆς φωνητικῆς παραδόσεως».(*) Αυτό, δηλαδή, σημαίνει ότι στην ουσία, η χρήση της Βυζαντινής Μουσικής, διδασκαλία και εκτέλεσή της, γίνονταν σύμφωνα με το κατά πόσο σωστά ή αξιόπιστα είχε διδαχθεί και αποτυπωθεί στη μνήμη του καθενός διά στόματος όμως, ενυπάρχοντος έτσι πάντοτε και του ανθρώπινου υποκειμενικού παράγοντα. Σαν αποτέλεσμα βέβαια ήταν ότι, ο κάθε μουσικοδιδάσκαλος και ψάλτης – εκτελεστής, χωρίς την υποστήριξη μουσικού οργάνου – ακριβούς πηγής μουσικών διαστημάτων –, να χειρίζεται τη Βυζαντινή Μουσική «κατά το δοκούν», ή «εξ ενστίκτου». Βάσει των ανωτέρω, λοιπόν, κατά την Επιτροπή, η «ιερά μουσική» (*) ή «ιερόν μέλος»,(*) «ὃπερ περισωθέν μέχρι τοῡδε διά τῆς φωνητικῆς παραδόσεως κινδυνεύει ν’ απολεσθῇ», (1881).(*)
Είναι σαφές ότι είναι δύσκολη, η σωστή αντίληψη, η διδασκαλία και η εκτέλεση των διαφόρων διαστημάτων – τόνων της Βυζαντινής Μουσικής, τα οποία ποικίλουν σε κάθε κλίμακα. Μάλιστα, η Μουσική Επιτροπή διατύπωσε χαρακτηριστικά ότι: «ἀνεγνώρισεν ὅτι οἱαδήποτε ἐργασία ἐπί τῆς ἱερᾶς ἡμῶν μουσικῆς, οἱονδήποτε διδακτικόν σύστημα ἀφιέμενον εἰς μόνην τήν διά τῆς φωνῆς ἐκτέλεσιν, ἄνευ τῆς βοηθείας ὀργάνου τινός, ἤθελεν εἶναι ἄσκοπος ματαιοπονία∙ ἑπομένως ἐνόμισεν ἀπαραίτητον τοῦ λοιποῦ τήν εἰσαγωγήν καταλλήλου μουσικοῦ ὀργάνου ἔν τε τῇ μελέτῃ καί τῇ διδασκαλίᾳ».(*) Βάσει των ανωτέρω, λοιπόν, επί Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ (1878 – 1884 και 1901 – 1912), η Επιτροπή προέβη στον σχεδιασμό και κατασκευή κατάλληλου «τεχνικοῦ μέσου πρός ἐπιστημονικήν καταμέτρησιν καί ἐξακρίβωσιν τῶν τονιαίων διαστημάτων». Επίσης δε, αναφέρει και αλλού, ότι «ηὐτύχησε νά ἐπινοήσῃ κατάλληλον και εὔχρηστον ὂργανον μουσικόν, ἐπί τοῡ όποίου νά ἐκτελῶνται μετά τῆς ἀπαιτουμένης ἀκριβείας αί ἐπί τοῡ μονοχόρδου ὁρισθεῖσαι διαιρέσεις τοῡ φθόγγου».(*) Το εν λόγω «τεχνικό μέσον» ήταν το μουσικό όργανο με την επωνυμία, «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ», (Εικ. 1), μάλιστα δε καλούμενο και «ΙΩΑΚΕΙΜΙΟΝ ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ», προς τιμήν του Πατριάρχη.(**) Με την κατασκευή και χρήση του «ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ» η Επιτροπή διατύπωσε χαρακτηριστικά: α) ότι είναι «ἐπιτήδειον πρός ἀκριβῆ ἐκτέλεσιν τοῡ ἱεροῡ μέλους ὃσον ἀφορᾷ εἰς τά διαστήματα», β) ότι «δύναται να χρησιμεύσῃ ὡς κατάλληλον μέσον διά μουσικήν διδασκαλίαν σαφῆ καί μεθοδικήν», γ) ότι είναι «ἀπαραίτητον πρός ἑρμηνείαν τῆς μουσικῆς θεωρίας, αἰρουμένης δι’ αὐτοῦ ἐκ τοῦ μέσου πάσης συγχύσεως καί ἀοριστίας» και δ) «δι’ αὐτοῦ παγιοῦται ἡ μέχρι τοῦ νῦν διασωθεῖσα παράδοσις». Διαβεβαίωσε δε επίσης η Επιτροπή ότι: «πρός ἀκρόασιν παντοειδῶν ἱερῶν ἀσμάτων ἐπί τοῦ Ψαλτηρίου ἐκτελεσθησομένων, ἡ ἀπ’ αὐτοῦ ἀπόδοσις κατορθοῦται ἀληθής καί γνησία καί τῷ διδακτικῷ σκοπῷ συντελεστική».
Λόγω του γεγονότος ότι η Βυζαντινή Μουσική αποτελεί συνέχεια της Αρχαίας Ελληνικής, η Επιτροπή, στον σχεδιασμό και κατασκευή του «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ», καθόρισε τα τονιαία διαστήματα των κλιμάκων σύμφωνα με τις Πυθαγόρειες αναλογίες των χορδών επί τού μονοχόρδου, δηλαδή, της Οκτάβας (το 1/2 του μήκους της χορδής), της Πέμπτης (τα 2/3 του μήκους της), της Τετάρτης (τα 3/4 του μήκους της), καθώς και των παραγώγων τους.
Τελικά, μέσω του «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ» θα ήταν δυνατόν να κατοχυρωθεί επισήμως η αυθεντικότητα και η ακρίβεια τής Βυζαντινής Μουσικής «πρός παγκόσμιον συνεννόησιν».(*)
---------------------------------------------------------------- (*) Μουσική Επιτροπή του Οικουμενικού Πατριαρχείου (1881), «Στοιχειώδης διδασκαλία της Εκκλησιαστικής Μουσικής, εκπονηθείσα επί τη βάσει του ψαλτηρίου, υπό της Μουσικής Επιτροπής του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εν έτει 1883», εκ του Πατριαρχικού Τυπογραφείου, εν Κωνσταντινουπόλει 1888.
(**) Με έξοδα του Πατριάρχη Κωνσταντίνου Ε΄ (1897 – 1901), το 1898, κατασκευάστηκε το «ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΝΙΟΝ ΨΑΛΤΗΡΙΟΝ». Αλλά και ο διεθνούς φήμης Βυζαντινολόγος, Μουσικοδιδάσκαλος και Συνθέτης, Κωνσταντίνος Ψάχος επιχείρησε και κατασκεύασε το καλούμενο «ΠΑΝΑΡΜΟΝΙΟΝ», (Εικ. 2). ----------------------------------------------------------------
Σήμερα
Σήμερα, με την αλματώδη ανάπτυξη τής ηλεκτρονικής επιστήμης, των σύγχρονων ηλεκτρονικών εξαρτημάτων (hardware) και την εγγραφή εξειδικευμένων προγραμμάτων (software), σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε ειδικό πρωτότυπο μουσικό όργανο, τύπου synthesizer, σύμφωνα με τα λειτουργικά χαρακτηριστικά του «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ» κατά βάση, αλλά και με περεταίρω δυνατότητες. Το εν λόγω όργανο φέρει την επωνυμία «ΚΑΝΟΝΙΟΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ», το οποίο έχει κατοχυρωθεί και ως πνευματική ιδιοκτησία – πατέντα, (Φωτο. 1). Με το νέο αυτό μουσικό όργανο, καταρχάς, έχουν ξεπεραστεί οι τεχνικές δυσκολίες τού «ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ» της Επιτροπής, ως προς την χρήση και τον όγκο του. Το νέο αυτό όργανο, εκτός του ότι καλύπτει άνετα όλες τις λειτουργίες τού «ΨΑΛΤΗΡΙΟΥ», συγχρόνως δε, έχει επιπλέον ιδιότητες – δυνατότητες ως προς: α) την απόδοση των ήχων, β) τα ισοκρατήματα, γ) τον χειρισμό τού πληκτρολογίου, δ) τον μετρονόμο, ε) το εύρος των κλιμάκων προς χρήση, στ) τα κατασκευαστικά, δηλαδή, βάρος, όγκο κ.ά.
Σημαντικό χαρακτηριστικό του «ΚΑΝΟΝΙΟΥ» είναι ότι είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο να λειτουργεί και να επικοινωνεί κατά βάση σύμφωνα με την ψηφιακή τεχνολογία (DT, Digital Technology), η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την τεχνητή νοημοσύνη (AI, Artificial Intelligence). Η δυνατότητα αυτή καθιστά το όργανο ικανό για συνεργασία συστημάτων βασισμένων στην τεχνητή νοημοσύνη.
Ένα άλλο σημαντικό γεγονός είναι ότι, τα χαρακτηριστικά του «ΚΑΝΟΝΙΟΥ» έχουν μεταφερθεί ως εφαρμογή και σε φορητές συσκευές, για την εκτέλεση και διδασκαλία των Βυζαντινών Διαστημάτων και κλιμάκων, καθώς και της Δυτικοευρωπαϊκής του πιάνου, με την επωνυμία «ΚΑΝΟΝΙΟΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», (Εικ. 3). Σαν ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ η εφαρμογή δύναται να εκτελεί έως και πέντε (5) συγχρόνως Ισοκρατήματα.
Τηλέφωνο: +30 6985578905
Email: byzkanonion@gmail.com
Facebook: panos.dimitriadis.545
Address: Thessaloniki, Greece